Μέρες τώρα προσπαθώ να μη γράψω τίποτε.
Ανοίγω τον υπολογιστή και τον κλείνω.
Τρέχω εδώ κι εκεί μες το σπίτι κάνω ένα σωρό άχρηστες δουλειές για να κρατώ απασχολημένο τον εαυτό μου.
Να μη γράψω λέω από μέσα μου, να μη γράψω.
Γιατί ξέρω τι θα γίνει αν γράψω.
Να όπως τώρα.
Με το που χτύπησα το πρώτο κλικ στο πληκτρολόγιο άρχισαν να φεύγουν τα δάκρυα δεξιά αριστερά και δεν κάνει να πιάνω ούτε τα μάτια μου, ούτε το στόμα μου, ούτε τη μύτη μου.
Τα χαρτομάντηλα στην πρώτη γραμμή, τα αλκοολούχα διαλύματα στη δεύτερη.
Γέμισε το σπίτι παράξενα σακουλάκια με γάντια μιας χρήσεως, με μάσκες.
Έγνοια για το φαρμακείο και τα τρόφιμα σε καθημερινή βάση.
Το ίντερνετ συνέχεια ανοιχτό, οι ειδήσεις βροχή… πόσα μπορεί ν’ αντέξει ο άνθρωπος… πόσα.
Βγαίνουν δυνάμεις που δεν τις ξέρεις από μέσα σου σε κοιτάνε και σου κουνούν το δάχτυλο απ’ απέναντι.
Όρθιος σου λένε κι αυτό θα περάσει.
Ανεβαίνεις έναν ανήφορο κι ελπίζεις οτι κάπου απ’ το βάθος θάρθει η είδηση με το φάρμακο, με το εμβόλιο.
Στο σπίτι δύο άτομα υψηλού κινδύνου περιμένουν εμένα.
Κι εγώ πάλι από μένα κι έτσι γινόμαστε τρεις.
Αναλογίζομαι την δυστυχία της Ιταλίας και λέω το δικό μας δεν είναι τίποτε.
Τουλάχιστον είμαστε υγιείς προς το παρόν.
Τουλάχιστον ακολουθούμε τους στοιχειώδεις κανόνες που ανακοινώνουν κάθε τόσο.
Ανεβαίνουμε τον ανήφορο μ’ όλο τον κόσμο σ’ όλη τη γή.
Ενώθηκε ο ανθρώπινος πόνος.
Χτες το βράδυ άκουσα στο τηλέφωνο τη φωνή ενός πολύ καλού μου φίλου από το Μεξικό.
Ήταν ανήσυχος για μας εδω στην Ευρώπη, εκεί ακόμη τα μέτρα δεν είναι αυστηρά.
Μια φίλη μου είπε οτι ήρθαν οι γονείς των φοιτητών που μένουν απέναντί της, από τα Γιάννενα.
Βγήκε ο γιος έξω πήρε τις σακούλες όχι απ’ το χέρι του πατέρα.
Απ’ το έδαφος.
Ο πατέρας κι η μάνα χαιρετούσαν από μακριά.
Ούτε μια αγκαλιά ούτε ένα φιλί στο ίδιο το παιδί σου.
Ήρθαν στο νου μου τα δικά μας τα ξενιτεμένα.
Δοκιμάζονται οι σχέσεις των ανθρώπων.
Οι αντοχές.
Και κυρίως σου λένε κρατήσου όρθιος.
Πρέπει.
Δεν γίνεται αλλιώς.
Πώς να μη λυγίσεις όμως πως να μην κλάψεις γι’ αυτό που γίνεται;
Πώς ν’ αντέχεις τόσα φέρετρα καθημερινά;
Τόσο θανατικό, τόση δυστυχία.
Όλη μέρα όπου κι αν βρίσκομαι οτι κι αν κάνω, εύχομαι από μέσα μου κι απ’ έξω μου συνεχώς.
Να βρεθεί το φάρμακο, να σταματήσει το κακό, να μείνουν οι άνθρωποι στα σπίτια τους.
Νοιώθω οτι επικοινωνώ μ’ όλους όσους ξέρω σε καθημερινή βάση, είναι κάτι πρωτόγνωρο αυτό.
Λες κι απλώθηκαν αόρατα νήματα μεταξύ μας όσο μακριά κι αν βρισκόμαστε που φτιάχνουν ένα ελπιδοφόρο πλέγμα δύναμης και προστασίας.
Λες και υφάνθηκε ένας ιστός σαν από θαύμα, που ενώνει τις δυνάμεις μας, τις αντοχές και το κουράγιο μας.
Κείμενο δημοσιευμένο σήμερα στο https://www.thegreekcloud.com