Η περιοχή αρχίζει απο το Ρεκίνι και τελειώνει στούς πρώτους λόφους πριν το Σωκράκι.Κυλάει στην καρδιά της ενα μικρό ποτάμι με αρκετή ορμή ειδικά οταν βρέχει και σχηματίζει αγκαλιές με διάφανη γυαλάδα και ασπρη άμμο που και που.Κάποτε, λένε οι χωρικοί, ψάρευαν σ αυτο το ποτάμι .Τωρα δεν εχει ψάρια αλλα συνεχίζει να κρατάει μια ολόκληρη περιοχή ποτισμένη κι εύφορη .Ολα τα περιβόλια δίπλα στο Μελισσούδι καλλιεργούνται απ τους κατοίκους των Χωρεπισκόπων και του Βαλανιού με εποχικα λαχανικα κάθε είδους.Τώρα ειναι γεμάτα λαχανίδες ,σπανάκι,κρεμμυδάκια και σκορδάκια,μαρούλια , ρεπανάκια , πράσα και καρότα ,σεσκουλα,μπρόκολο και λάχανα.Γυρω τους οργιάζουν τα αγριομάραθα ,το δενδρολίβανο και τα ραδίκια,οι ζοχοι , τα μοσχολάχανα και το φλυσκούνι.Οι μυρωδιές τους ειναι απίθανες κι αν κατέβει κάποιος αμέσως μετα την βροχή ο αέρας εκει στα περιβόλια μοσχοβολάει απίστευτα.
Συνάντησα την Τάντα και την Μάντε προχθες κατεβαίνοντας .
Ειναι δυο αδερφές γύρω στα 85.
Κοντούλες ,λεπτόκορμες με χαρακωμένα πρόσωπα και με χέρια που όταν σου κάνουν χειραψία ειναι σαν τανάλιες που νομίζεις θα σου συνθλίψουν το χέρι.Συνταξιούχες αγρότισσες ,με συντάξεις που δεν φτάνουν μήτε για το καθημερινό τους γάλα ,αλλα μ ενα κουράγιο και μια υπομονή για τον βίο που σ αφήνει άναυδο.
Μού χαμογέλασαν και τράβηξαν στο πλάι το γαϊδαράκο τους για να περάσω.Ελάττωσα το βήμα μου και περπάτησα μαζί τους για λίγο ...Η κουβέντα με τέτοιους ανθρώπους και μάλιστα γυναίκες, ειναι σαν το μέλι με το γάλα σε πονεμένο λαιμό.Οι φράσεις τους κοφτές,λιτές και συνοδευμένες στο τέλος τους πάντα,οσο σοβαρη κι αν ειναι η κουβέντα,μ ένα γελάκι μισοειρωνικό που σπάει σε κομμάτια το βάρος των λέξεων.Έτσι θρύψαλλα έγινα κι εγω προχθές μετα απ την κουβέντα μαζί τους.
Αναφέρθηκα στο φράγμα που πρόκειται να αρχίσει απο ώρα σε ώρα σ αυτή την περιοχή.Ενα έργο που θα αρχίζει απο το Ρεκίνι και θα φτάνει μέχρι τούς λόφους πρίν το Σωκράκι .Εδώ δηλαδή που περπατάμε τους είπα δεν θα υπάρχει σε λίγο καιρο παρα μόνο νερό.
Τα περιβόλια σας θα σκεπαστούν...
«Κι οι ελιές;»με ρώτησαν.
Φαίνεται οτι εκείνη τη στιγμή ήταν σαν να έβλεπαν το νερό να κατακλύζει την περιοχή και προσπαθούσαν να φανταστούν το ύψος του.
«Κι οι ελιές θα σκεπαστούν » τους είπα.
«Και τα σπίτια;» με ξαναρώτησαν.
«Και τα σπίτια θα σκεπαστούν » τους ξαναείπα.
Με κοίταζαν κι οι δυό τους έκπληκτες.Δεν είχαν ιδέα φυσικά ούτε για τις γερές αποζημιώσεις που πήραν τα παιδιά τους γιά την απαλλοτρίωση των κτημάτων ,ουτε τίποτα.
Η δεν ήθελαν να ξέρουν η και να το πιστέψουν ακόμη.
Έσκασαν κι οι δυό στα γέλια και μου είπαν μόνο:
«Ω μάνα μου! »
«Ω ψυχή μου!»
«Μα τον Αη Σπυρίδωνα!»
«Ωρή κερά Νατάσσα θα μας πνιχτεί κι ο γάϊδαρος;»
Κοιμήθηκα ησυχη εκείνο το βράδυ .
Στο όνειρό μου η Τάντα και η Μάντε ήταν δεκαοχτώ χρονώ κορίτσια .
Κι ήσαν κι οι δυό τους σε μιά πλαβα στη μέση μιάς τεράστιας ήρεμης λίμνης που άρχιζε απ το Ρεκίνι και τέλειωνε στούς λόφους πρίν το Σωκράκι.
Ακόμη ακούω το γέλιο τους.
*αναδημοσίευση απο το Homefood
*αναδημοσίευση απο το Homefood