Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2019


Πικρός καφές.
Βαρύ πράγμα να προσπαθείς να ξεχάσεις οτι προέρχεσαι απ το τίποτα και πας στο τίποτα.
Πως διάβολο να το χωνέψει ο άνθρωπος αυτό;
Γεμίζουμε το μυαλό μας με γνώσεις.
Τα σπίτια μας με αντικείμενα.
Τις ζωές μας με ανθρώπους.
Την καρδιά μας με αγωνίες.
Μηδενίζουμε.
Ξαναρχίζουμε.
Μετακομίζουμε.
Μπας και το ξεχάσουμε.
Μήπως και το ξεπεράσουμε.
Το μόνο που κάνουμε τελικά είναι μια απεγνωσμένη προσπάθεια να γίνει υποφερτός ο δρόμος απο τη μια κατάσταση στην άλλη.
Κι αυτό το λέμε ζωή.
Να την σκαπουλάρουμε θέλουμε.
Μην τυχόν και το σκεφτούμε βαθύτερα.
Δεν ξέρω πως γίνονται οι άνθρωποι που το κατορθώνουν.
Αφοβοι;
Κυνικοί;
Σαρκαστικοί;
Γκουρού;
Σαμάνοι;
Υπάρχουν;
Μερικές φορές ,οχι όλες,οταν σκέφτομαι τέτοια πράγματα ,μετά με πιάνουν κάτι γέλια απο μέσα μου...κι αν βρω και κάποιον που μπορεί να με καταλάβει κι απ έξω μου.
Η γιαγιά μου όταν ηταν κατάκοιτη άκουσε στην τηλεόραση-ηταν τυφλή πλέον- οτι πέθανε ο Ωνάσης.
Φώναξε τη μάνα μου λοιπόν και της είπε:
''τρία χρόνια προσπαθείς να με κρατήσεις ζωντανή,τι πολεμάς; εδω τον Ωνάση και δεν μπόρεσαν να τον σώσουν"
Πικρός ο καφές στα αξημέρωτά μου απόψε.
Διπλός βαρύς και όχι, με αραιό καϊμάκι.
Παρηγορημένοι νάμαστε.
Κι εσείς εκεί έξω κι ακόμη παραέξω.

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

Κάθε χειμώνα το περιμένω.
Οπως όταν ήμουν παιδί.
Ερχόταν κι έκλεινε τα σχολεία,μεταμόρφωνε τα φυτά σε φουσκωτά παγωτά,άλλαζε την ακινησία και το διάφανο του αέρα,χόρευε μπροστά στα παράθυρα,κρυστάλλωνε τα τζάμια και έκανε το χώμα τσουλήθρα στην αυλή.
Μου τόφερνε η μάνα μου στο κρεβάτι το πρωί,μια μικρή μπαλίτσα μες το χέρι της και τότριβε στη μούρη μου.
Αλαλαγμοί και επιφωνήματα χαράς μέχρι να ντυθώ ,να βγώ ,να παίξω ,να παγώσω,να κοκκινίσουν τα μάγουλα ,να καούν απ το κρύο.
Και μετά η ζέστη της σόμπας καταμεσής στο τούρκικο σπίτι που μεγάλωνα, η μυρωδιά των ξύλων, το τριζοβόλημά τους , το τσάϊ και οι βουτυρωμένες φρυγανιές να μοσχοβολούν στα παγωμένα μου δάχτυλα.
Με το μάτι στο παράθυρο.
Να μη σταματήσει,να μην μικρύνουν οι νιφάδες,να μη λιώσει το άσπρο πάπλωμα της αυλής.
Να κάτσει εκεί για πάντα.
Να μείνω οχτάχρονη με τα σχολεία κλειστά.
Να διαβάζω στο σπίτι ,νάναι όλοι γύρω μου,να τραγουδάμε,να λέμε αστεία ,να αποκοιμιέμαι τη νύχτα ακούγοντας το αχνό παφ παφ του στον κήπο.
Ετσι είμαι και τώρα.
Κολλάω το πρόσωπό μου στη μπαλκονόπορτα και το κοιτώ όσο μας κάνει τη χάρη.
Και δεν θέλω να σκέφτομαι τίποτα άλλο.
Ούτε τους άστεγους,ούτε τα παιδιά που δεν έχουν να φάνε,ούτε τα νεκροταφεία με τους τάφους των φίλων μου που πληθαίνουν όσο κυλάει ο χρόνος.
Θέλω να είμαι οχτάχρονη όταν το κοιτώ.
Το προσπαθώ όμως και δεν βγαίνει.
Κάτι μέσα μου.
Πονάει πολύ.
Κάτι μέσα μου που δεν το διώχνει ούτε το χιόνι.
Ιανουάριος 2019
                                                     

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

Ζωή είναι η άγνοια του εαυτού σου.
Σκέψη είναι η ανεπαρκής γνώση του εαυτού σου.
Η ξαφνική όμως γνώση του εαυτού σου, σε μια τέτοια καθαρτήρια στιγμή, είναι για σένα η άμεση αντίληψη της έννοιας της ενδόμυχης μονάδας, του μαγικού λόγου της ψυχής.
Μα η αιφνίδια λάμψη καίει τα πάντα, αναλώνει τα πάντα. Μας απογυμνώνει ακόμη κι από τον εαυτό μας.
Δεν ήταν παρά μια στιγμή, και με είδα.
Ύστερα δεν θα ξέρω ούτε καν να πω τι ήμουν.
Και, τελικά, νυστάζω, γιατί μου φαίνεται, χωρίς να ξέρω γιατί, πως το νόημα όλων αυτών είναι ο ύπνος.

Φερνάντο Πεσσόα, «Το βιβλίο της Ανησυχίας» -απόσπασμα
                                  

Επαφές

του Nickie Zimov ενας νεαρός εξαιρετικά αισθησιακός καλλιτέχνης.

του Nickie Zimov ενας νεαρός εξαιρετικά αισθησιακός καλλιτέχνης.

Δημοφιλείς αναρτήσεις