Οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μας κατόρθωσαν με μια απίστευτα καλά ενορχηστρωμένη προσπάθεια, της οποίας η λεπτότητα υπερβαίνει και την πιο τολμηρή φαντασία, να μας πείσουν ότι αν γίνουμε ο εαυτός μας θα μας απορρίψει η κοινωνία, το σύμπαν και ο Θεός.
Αυτός είναι ο λόγος που ενδιαφερόμαστε τόσο πολύ για την αποδοχή των άλλων και αισθανόμαστε ανεξήγητες ενοχές όταν ζούμε όπως θα θέλαμε εμείς.
Και αυτός είναι ο λόγος που και εμείς με την σειρά μας κάνουμε ακριβώς τα ίδια στους συνανθρώπους μας και στα παιδιά μας. Μας έχουν δώσει με υποβολές και απειλές κάποιο πρότυπο ζωής και χαρακτήρα, το οποίο πρέπει να ακολουθήσουμε αν θέλουμε να γίνουμε αποδεκτοί και «σωστοί» άνθρωποι. Το σατανικό αυτό πρότυπο γίνεται μια θηλιά που στραγγαλίζει την πραγματική μας φύση, μέσω του πρέπει, του φόβου και της ενοχής. Όταν ο αληθινός εαυτός μας αισθανθεί και πιστέψει σε κάτι δικό του, κάτι από την καρδιά του, έρχεται ο «γονιός», ο «δάσκαλος» και ο «παπάς», για να του πούνε ότι κάνει κάτι κακό και ότι θα καεί στην κόλαση. Λειτουργεί το «τηλεκοντρόλ» του φόβου, της ενοχής και της απόρριψης από τους άλλους, που τελικά μας πείθει να απαρνηθούμε τον εαυτό μας, για να μας «αποδεχθεί» η κοινωνία.
Χρειάζεται μεγάλο θάρρος και αυτεπίγνωση για να κατορθώσουμε να ξεδιαλύνουμε μέσα μας τι είναι δικό μας και τι όχι. Προκειμένου να σχηματίσουμε έστω και μια απλή γνώμη για κάτι, χωρίς καν να προβούμε σε εξωτερικές πράξεις, θα δώσουμε μάχη με τον εαυτό μας. Θα αφυπνιστούν μέσα μας ανασφάλειες, φόβοι, ενοχές, συνήθειες, προπαγάνδες, προσηλυτισμοί, επιστημονικές θεωρίες, «ηθικές» αξίες, αυτοδικαιώσεις κ.λ.π. που θα μας ωθήσουν να βολευτούμε με τα ήδη γνωστά. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν αποτελεσματικές τεχνικές προκειμένου να γίνουμε ο εαυτός μας. Πρέπει να συγκεντρώσουμε το απαραίτητο θάρρος και αυτεπίγνωση για να διακρίνουμε μέσα μας τις ξένες επήρειες, δηλαδή τις ξένες φωνές. Αν καταφέρουμε να δούμε το ξένο μέσα μας τότε θα μπορέσουμε να βρούμε το δικό μας, ασφαλώς μετά από πολλές περιπέτειες. Απαιτείται να πάρουμε γενναίες αποφάσεις για την ζωή μας και τα πιστεύω μας. Γινόμαστε ο εαυτός μας όταν ακούμε την φωνή της δικής μας λογικής, την φωνή της δικής μας καρδιάς, βάσει των δικών μας βιωμάτων και όχι των άλλων.
Ποια στοιχεία θα μπορούσαν να μην είναι δικά μας; Προλήψεις, φοβίες, δεισιδαιμονίες, ήθη, έθιμα, συνήθειες, γνώμες, θρησκεία, πολιτική τοποθέτηση, ηθικές αξίες, κοινωνικά πρότυπα, διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων (ή και το αντίθετο – ισοπεδωτικές απόψεις), γνώμη για τον εαυτό μας, κατευθυνόμενη πίστη σε θεσμούς, οικογενειακό περιβάλλον, επιδράσεις από την παιδική μας ηλικία, πάσης φύσεως εξαρτήσεις και πάθη, πατριωτισμοί, μίση, φιλοδοξίες, διάφορες συμπάθειες και αντιπάθειες, εξάρτηση από την γνώμη των άλλων, έρωτες, αίσθηση μεγαλείου ή κατωτερότητας, «τι λέει ο κόσμος», «τι λέει η επιστήμη», «το είπε η τηλεόραση», θεωρίες, ανασφάλειες, ενοχές και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Δεν σημαίνει ότι τα προαναφερθέντα στοιχεία και πολλά άλλα που δεν θυμηθήκαμε, είναι εξ΄ ορισμού ξένα προς την πραγματική μας φύση. Κάλλιστα η γνώμη μας θα μπορούσε να συμπίπτει ενίοτε με την τηλεόραση, ή να αποδεχθούμε συνειδητά κάποιο έθιμο επειδή συμφωνούμε σε βαθύτερο επίπεδο μαζί του. Ίσως να μην συμφωνεί κάποιος άλλος, αλλά σημασία έχει αν το δεχόμαστε εμείς, διότι ο εαυτός μας γινόμαστε με την δική μας γνώμη και όχι με τη γνώμη του άλλου.
Το θέμα δεν είναι αν όλα αυτά περιέχουν την αλήθεια, ή αν είναι σωστά. Το σωστό και το αληθινό δεν έχει να κάνει σε πρώτη φάση με την εκδήλωση του αληθινού μας εαυτού.
Αυτό που έχει σημασία είναι αν αυτά που έχουμε μέσα μας είναι ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ ΕΠΙΛΟΓΗ, ΑΔΙΑΦΟΡΟ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΑ Ή ΛΑΘΟΣ. Ποιος εξ΄ άλλου θα το κρίνει αυτό; Αν κάτι είναι λάθος θα είναι δικό μας λάθος και όχι μια ξένη αλήθεια. Το κριτήριο του να είμαστε ο εαυτός μας είναι η ερώτηση: ΔΙΚΟ ΜΟΥ Ή ΞΕΝΟ; Η ερώτηση: ΣΩΣΤΟ Ή ΛΑΘΟΣ έρχεται μετά. Είναι αποτέλεσμα συνολικής ωρίμανσης του χαρακτήρα μας και η απάντηση σε αυτήν μπορεί να είναι μόνο σχετική. Ποτέ απόλυτη. Η απόλυτη αλήθεια είναι για τον Θεό και για αυτούς που νομίζουν ότι είναι θεοί, επειδή διάβασαν πέντε βιβλία.
Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι η εργασία του να γίνουμε ο εαυτός μας μπορεί να γίνει μόνο από εμάς τους ίδιους. Κανείς άλλος δεν μπορεί να την κάνει για λογαριασμό μας. Πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, παρόλο που γνωρίζουμε ότι συχνά σφάλουμε, να μην ντρεπόμαστε για τον εαυτό μας, παρόλο που έχουμε ατέλειες, να μην είμαστε περήφανοι για τον εαυτό μας αν και έχουμε προτερήματα. Χρειάζεται μια ουδέτερη αντικειμενική αντιμετώπιση, χωρίς να εξαρτώμαστε από την γνώμη των άλλων. Για να βρούμε τον δικό μας δρόμο χρειάζεται θάρρος και επαφή με τον εαυτό μας. Να μας μιλήσει ο εαυτός μας και να μας πει τι πραγματικά θέλει αυτός, όχι οι άλλοι. Να μην ντραπούμε, ή φοβηθούμε γι αυτό που θα μας πει και ας αφήσουμε τους άλλους στην ησυχία τους.
Υπάρχει όμως και ένας μεγάλος κίνδυνος στην εργασία αυτής της εξατομίκευσης. Αυτός είναι ο εγωισμός. Ένα είδος ναρκισσιστικής αντιμετώπισης του εαυτού μας, που συνεχώς θα μας ωθεί να συγκρουόμαστε με το περιβάλλον μας και να αισθανόμαστε ανώτεροι από τους ανθρώπους της μάζας.
Για να αποφύγουμε την παγίδα αυτή θα πρέπει να μην εγκαταλείψουμε την συμμετοχή μας στην μάζα, από την οποία προσπαθούμε να αναδυθούμε. Ακούγεται αντιφατικό, όμως συμμετοχή μας σε όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες θα μας δημιουργήσει την σωστή αίσθηση. Το γεγονός ότι πλέον δεν επηρεαζόμαστε από τα υπάρχοντα μηχανικά ρεύματα στον κόσμο δεν σημαίνει ότι είμαστε ανώτεροι από τους άλλους, ή ότι πρέπει να απομονωθούμε γινόμενοι αντιδραστικοί επαναστάτες. Εξ΄ άλλου όλοι οι αντιδραστικοί τελικά προβαίνουν σε θλιβερές συνθηκολογήσεις, διότι η αντιδραστικότητά τους δεν ήταν κάτι το γνήσιο, αλλά απλώς ένας εγωισμός και μια ευθυνοφοβία. Οι ευθύνες λοιπόν, η οικογένεια, η εργασία, οι φιλίες, η ανιδιοτελής προσφορά, το καλώς εννοούμενο καθήκον, είναι το αντίβαρο στον εγγενή κίνδυνο της εγωπάθειας που συνοδεύει την πορεία προς την εξατομίκευση.
Πρέπει λοιπόν να ξεκόψουμε από την μάζα. Ο αποχωρισμός μας αυτός μπορεί όμως αντί να μας οδηγήσει στο να γίνουμε ο εαυτός μας, να μας μετατρέψει σε υπερόπτες. Όπως είπαμε η συμμετοχή μας με ταπεινότητα και ανιδιοτέλεια στην ζωή, θα μας προφυλάξει από αυτόν τον κίνδυνο. Πάντοτε όμως πρέπει να έχουμε τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό αυτοπαρατήρησης για να εντοπίζουμε μέσα μας έγκαιρα τις λεπτές αποχρώσεις του εγωισμού.
Ας μην ξεχνούμε ότι η μετακίνησή μας σε μια ανώτερη κατάσταση δεν σημαίνει απόρριψη των κατωτέρων καταστάσεων αλλά ενσωμάτωσή τους κάτω από το πρίσμα μιας ευρύτερης προοπτικής. Π.χ. όταν κάποιος πατριώτης διευρύνει το ενδιαφέρον του σε όλο τον πλανήτη, δεν σημαίνει ότι απορρίπτει την πατρίδα του και γίνεται εχθρός της, αλλά ότι την θεωρεί μέρος του πλανήτη και την αγαπάει όπως πρώτα. Αυτό που αλλάξει είναι ότι παύει να την αντιμετωπίζει σαν το κέντρο του κόσμου δημιουργώντας συνεχώς γελοίες διαμάχες με τις πατρίδες των άλλων ανθρώπων. Επίσης κάποιος που αναπτύσσεται πνευματικά και διευρύνει την συνειδητότητά του δεν απορρίπτει το σώμα του και τις ανάγκες του, απλώς δεν θεωρεί την υλική του ζωή ως το άπαν της ύπαρξης. Συνεχίζει όμως να φροντίζει το σώμα του, να το αγαπάει και να ικανοποιεί τις υπάρχουσες ανάγκες του. Μέσα όμως στην εσωτερική και εξωτερική του ζωή έχει προστεθεί και ο παράγων «Πνεύμα», όχι σαν ιδέα αλλά σαν βίωμα, ο οποίος περιλαμβάνει και αποδέχεται χωρίς ενοχές όλες τις άλλες παραμέτρους της ύπαρξής μας και τις εναρμονίζει μεταξύ τους.
Η κατάσταση αυτή θυμίζει μια οικογένεια με ένα παιδί στην οποία γεννιέται και ένα δεύτερο. Αυτό δεν σημαίνει απόρριψη του πρώτου. Απλώς το πρώτο παιδί παύει να είναι το κέντρο του κόσμου, πράγμα που είναι μεγάλο όφελος και για το ίδιο και για την οικογένεια. Άρα λοιπόν γινόμενοι ο εαυτός μας «απογαλακτιζόμαστε» και ελευθερωνόμαστε από την «μάζα», ταυτόχρονα όμως γινόμαστε πάλι ένα ταπεινό μέλος της «μάζας» δημιουργώντας μια πιο ελεύθερη και πιο υγιή σχέση συμμετοχής στο περιβάλλον.