Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2021

 Ανεπίδοτες ανακατατάξεις.

Δύο χρόνια αφ ότου γράφτηκε το κείμενο ΑΝΕΨΙΑ Η ΑΝΗΨΟΥΔΙ, δηλαδή το 2020 , ο θείος Θανάσης κι η θεία Φούλα συγχωρέθηκαν με διαφορά τριάντα μέρες μεταξύ τους.
Πάντα χέρι με χέρι πήγαιναν δεν είναι παράξενο.
Η απώλειά τους οριοθέτησε μια νέα εποχή για μένα .
Την εποχή του να ζει κανείς χωρίς τους γεννήτορές του.
Χωρίς κανέναν πιά που να μπορεί να περιγράψει την βρεφική και νηπιακή ηλικία την τόσο σημαντική για όλους μας.
Αυτό που κυρίως ένοιωσα είναι οτι η ταινία που έστησε ο άγνωστος σκηνοθέτης μου, έμεινε χωρίς ανθρώπους.
Αυτό είναι η ορφάνια.
Ακόμη αναρωτιέμαι μετά από ένα χρόνο τι να το κάνω όλο αυτό.
Πως το διαχειρίζεται κανείς;
Με δάκρυα;
Με βουτιές στο κενό;
Με τις μνήμες;
Με την ελπίδα της συνέχειας και την αισιοδοξία του αύριο;
Πως ζει κάποιος μόνος μέσα σ ένα σκηνικό γεμάτο πεθαμένους;
Νομίζω είναι η πιο κατάλληλη εποχή να κάνω εικαστική παρέμβαση στα ''θυρώματα'' ,πιθανώς κάποια απ αυτά να θέλουν οριστικό γκρέμισμα.
Μάλλον είναι περιττά.
Πάλιωσαν.
Και χωρίς την άδεια του σκηνοθέτη φυσικά.
Που να τον ψάχνω τώρα....
ΑΝΕΨΙΑ Η ΑΝΗΨΟΥΔΙ. 2018
Υπήρξα κόρη.
Πέθαναν κι οι δύο και μου πέρασε.
Δεν αισθάνομαι κόρη κανενός κι αυτό είναι μια λύπη μα και τεράστια λύτρωση.
Σκληρό ν ακούγεται .
Ακόμη πιο σκληρό όταν βιώνεται.
Σκληρές πυξίδες.
Σε προσγειώνουν στα σωστά μέρη και σ αφήνουν να δράσεις γυμνός απο κεί και πέρα κατά το μυαλό σου.
Τη σκόνη της γονικής σχέσης την φύσηξα στο πυρ το εξώτερο.
Ακόμη κι όταν τους μνημονεύω και θυμάμαι τις τρυφερές μας στιγμές, το τζάμι που κοιτάω είναι κρύσταλλο κι οι εικόνες φαίνονται καθαρές χωρίς να χρειάζονται τα τρία ζευγάρια γυαλιά που μ ακολουθούν ανελλιπώς στο βίο μου.
Οι γονείς βέβαια είναι μια υπόθεση που δεν τελειώνει εύκολα.
Μου απέμειναν ένας θείος και μια θεία από την πλευρά της μητέρας μου.
Με τον θείο Θανάση έχω κοντά 18 χρόνια διαφορά.
Οταν ήμουν 4 ετών ο ρόλος που μου φόρεσα ήταν νάμαι η μαμά κι εκείνος το μωρό.
Εβαζε το κεφάλι του, γιατί μόνο αυτό χωρούσε,στην αγκαλιά μου και τον νανούριζα τραγουδώντας παιδικά τραγούδια.
Εκείνος έκανε πως κοιμόταν.
Μεγαλωμένος στο Παπάφειο ορφανοτροφείο ήξερε μουσική κι αυτό μου άρεζε πολύ.
Επαιζε μαζί μου.
Ηταν ζωντανός κούκλος και τον λάτρευα.
Δεν τον είπα ποτέ θείο.
Αντιθέτως του έχω δώσει κατά καιρούς δικά μου ονόματα όπως Σασάκης οταν δεν μπορούσα ν αρθρώσω σωστά "Θανασάκης".
Ο Σασάκης λόγω επαγγέλματος κι άλλων υποχρεώσεων έμεινε πολλά χρόνια μακριά.
Οι παιδικές μνήμες μαζί του έχουν γεύσεις σοκολάτας αμυγδάλου,φρέσκων φιστικιών και παγωτού βανίλια.
Του ζητούσα τα πάντα.
Οτι μου γυάλιζε ,ότι κυκλοφορούσε σε παιγνίδι τόχα στο μαξιλάρι μου την επόμενη μέρα.
Τον βλέπω αραιά πια.
Είναι πάντα χαμογελαστός όταν του σκάω φιλί στο μάγουλο.
Τον τσακίζει μέρα με τη μέρα ο χρόνος κι εγώ ψάχνω απεγνωσμένα την πράσινη σπιρτάδα των ματιών του και την κορμοστασιά του οταν χόρευε μπούκι ,ροκ ε ν ρολ ,μάμπο ,τσα τσα και τουίστ .
Προσπαθούσα να βρίσκομαι κάπου κοντά του καθισμένη κούκου στο πάτωμα και να βλέπω τα μυτερά παπούτσια του να λυγίζουν στο τέμπο των ρυθμών της εποχής του 60.
Κι αισθάνομαι ακόμη ανηψούδι του.
Μικρό.
Παρ όλες τις ρυτίδες και τα άσπρα μαλλιά μου.
Εχω την εντύπωση πως αυτό θα μείνει έτσι για πάντα.
Το χρειάζομαι.
Η ζωή χωρίς σκιές είναι ανεπανάληπτη.
Το παιγνίδι όμως με τον εαυτό μας είναι που δίνει την τρισδιάστατη αίσθησή της.



Επαφές

του Nickie Zimov ενας νεαρός εξαιρετικά αισθησιακός καλλιτέχνης.

του Nickie Zimov ενας νεαρός εξαιρετικά αισθησιακός καλλιτέχνης.

Δημοφιλείς αναρτήσεις