Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2020

 Μικρά σπίτια στο λιβάδι ή έτσι γίνεται με όλα


Μερικοί άνθρωποι είναι έτσι.

Σαν μικρά σπίτια στο λιβάδι.

Φιλόξενα ζεστά χέρια.

Μάτια που κοιτάνε σπάζοντας τις γωνιές τους χωρίς τον φόβο των ρυτίδων.

Άνθρωποι που αρνούνται κατηγορηματικά να φύγουν απ’ την παιδική ηλικία της άδολης χαράς, της ανεμελιάς, της ζαβολιάς, του γέλιου.

Όταν τους αρέσει κάτι είναι αδύνατον να κρυφτούν, όταν αγαπούν, αγαπούν για μια ζωή.

Δεν συγχωρούν γιατί απλά δεν κακιάζονται ποτέ.

Η συγχώρεση είναι άγνωστη λέξη δεν τους χρειάζεται.

Κι αν νομίζετε ότι περιγράφω κάποιον ή κάποια αφελή κάνετε λάθος.

Φαίνονται αφελείς γιατί προσφέρονται άφοβα.

Έχουν πολλά καλά κι ένα κακό.

Το κακό είναι ότι σε κάνουν να φοβάσαι με το δόσιμό τους.

Αυτό που λέμε συχνά αλλά το βρίσκουμε σπάνια.

Άνθρωποι ‘’χαρά θεού’’.

Αυτό.

Από τότε που η τύχη τόφερε να ασχοληθώ με την μικροϋφαντική κάθε φορά που αρχίζω ένα κόσμημα για κάποια ή κάποιον είναι σαν να τον έχω μπροστά μου.

Είναι μαγικό.

Μπροστά μου ένα άδειο τραπέζι.

Κουτιά και συρτάρια με κλωστές και χάντρες σε πύργους παντού.

Κι όλα αρχίζουν από μια κλωστή.

Την πρώτη.

Δένοντας τον πρώτο κόμπο είναι σαν να πιάνω απ’ το χέρι τον άνθρωπο για να τον ταξιδέψω μαζί μου σ’ έναν άγνωστο χρωματιστό δρόμο.

Με παράδρομους, με στάσεις, μεταμφιέσεις, διαλόγους, αρμονία, ησυχία, γέλιο, εξάρσεις χαράς.

Κανένα δάκρυ πότε πότε.

Κάποτε οι στάσεις διαρκούν.

Η μεγαλύτερη που μούτυχε ήταν 4 χρόνια.

Και το βλεπα εκεί.

Να με περιμένει καρτερικά.

Κι εγώ να μην μπορώ να το κουνήσω απ’ τη θέση μου, τα χέρια μου να μην πηγαίνουν και το μυαλό μου να φρενάρει κάθε διάθεσή μου.

Ύστερα έρχεται μια στιγμή που όλο αυτό λύνεται.

Αρχίζει πάλι η ροή εντός μου όλα γίνονται νερό που τρέχει και το χέρι ασταμάτητο τελειώνει αυτό που αρνιόταν μέχρι εκείνη την ώρα.

Το κόσμημά της έτσι άρχισε.

Με ροή ασταμάτητη εξελίχθηκε το σώμα του.

Ώχρα, μπλε ζωντανό, γαλάζιο σαξ, πορτοκαλί του ήλιου.

Μ’ ένα άσπρο φίλντισι εκεί στη μέση.

Να στέκει και να προφυλάσσει, να ισορροπεί τους δρόμους του μυαλού.

Αυτού του μυαλού που μας προδίδει.

Όλους.

Ολοκληρώθηκε σε λίγες μέρες.

Μετά ήρθε η σειρά μου.

Εξήντα τέσσερις πόντοι φεστόνι μονόκλωνο είπα.

Υπερβολικό μου απάντησα.

Έτσι θα το κάνω είπα.

Με υπερβολή.

Οι μέρες περνούσαν κι εγώ τίποτε.

Ακίνητη.

Μήτε βελονιά.

Το μικρό σπίτι στο λιβάδι περίμενε.

Σιωπηλά.

Τσιμουδιά δεν ακούστηκε.

Μέρες το παίδευα.

Τρεις βελονιές με την πρώτη δροσιά μέσα στο φετινό καλοκαίρι.

Μπήκαν με ζόρι.

Δε μετάνιωνα με τίποτα.

Άλλοι τρεις πόντοι σε δυο βδομάδες.

Μπουκωμένο το μέσα μου απο κορονοϊούς, καραντίνες, υποχρεωτικές μάσκες, γάντια, καύσωνες.

Και προχθές τόβαλα πάνω στα δάχτυλά μου, η βελόνα γλίστρησε ακολουθώντας το ρυθμό της καρδιάς κι ενός ταμπούρλου που ακουγόταν απ’ το πουθενά.

Έτσι γίνεται με όλα.

Έρχεται η στιγμή, η ώρα.

Οι κόμποι που στόμωσαν κάποτε λύθηκαν.

 Στη θέση τους δέθηκαν με αγάπη ώχρα, μπλε της θάλασσας και πορτοκαλί του ήλιου.

Μ’ ένα άσπρο φίλντισι στη μέση για την πίστη της.


Δημοσιευμένο σήμερα 15.9.2020 στο www.thegreekcloud.com



Επαφές

του Nickie Zimov ενας νεαρός εξαιρετικά αισθησιακός καλλιτέχνης.

του Nickie Zimov ενας νεαρός εξαιρετικά αισθησιακός καλλιτέχνης.

Δημοφιλείς αναρτήσεις